Η μπουάτ
«Η μπουάτ είναι σαν να ‘ρχεσαι σε σπίτι φίλου σου, είναι ταυτόσημη με τη συντροφικότητα»
(Γιώργος Ζωγράφος, τραγουδιστής)
(Γιώργος Ζωγράφος, τραγουδιστής)
Στις αρχές του 60 το ορμητικό «Νέο Κύμα» έρχεται (μέσω της κινηματογραφικής «Nouvelle Vague») από τη Γαλλία για να ταράξει τα ελληνικά μουσικά ύδατα. Ο χώρος που θα φιλοξενήσει αυτό το νέο μουσικό είδος είναι η μπουάτ. Ένα μικρό, μουσικό κουτί. Λιτό, απέριττο, άμεσο και αληθινό.
Οι μπουάτ στεγάζονταν στην Πλάκα, στη συνοικία των Θεών. Η μουσική ποιότητα και η ιδιαίτερη ενέργεια που χαρακτήριζαν τη μουσική των μπουάτ ξεκινούσαν από την οδό Θόλου, κατηφόριζαν τα σκαλοπάτια της Μνησικλέους και κυριαρχούσαν σε όλο το μήκος και πλάτος της «Οδού των Ονείρων».
Ένα πιάνο, μια κιθάρα ή μια φυσαρμόνικα, λιγοστά καθίσματα και μία φωνή εγκαινίαζαν ένα νέο τρόπο ιερής επικοινωνίας μεταξύ των τραγουδιστών και των θαμώνων, εντελώς απογυμνωμένο από πομπώδη μουσικά εφέ. Στη μπουάτ έσμιγαν οι εργάτες με τους φοιτητές και τους καλλιτέχνες, ένα φαινομενικά ετερόκλητο κράμα ανθρώπων που όμως αναζητούσε το νέο, το ανεπηρέαστο και το διαφορετικό. Εντός αυτού του «αειθαλούς άνθους της Πλάκας» όλες οι αισθήσεις συντονίζονταν σε ένα μυσταγωγικό συνεχές ήχων και στίχων.
Η ύπαρξη των μπουάτ σηματοδοτούσε την αντίθεση στο μαζικό και το ευτελές ορίζοντας τον τόπο που ωριμάζει η σκέψη και γεννιέται η αμφισβήτηση. Σταδιακά, τα μουσικά κουτιά έδωσαν τη θέση τους στα κοσμικά κέντρα με τις μεγάλες πίστες, τις φωτεινές μαρκίζες και το εγχώριο star system με τα «μεγάλα ονόματα».
Οι φωνές των μπουάτ, οι συνθέτες και οι στιχουργοί του Νέου Κύματος αλλά και οι μουσικοί τους ανήκουν δικαιωματικά στη «μουσική αθανασία» αντιπροσωπεύοντας ένα αγνό και ουσιαστικό κεφάλαιο της νεότερης ελληνικής μουσικής. Οι μπουάτ «αναγεννιούνται» τηλεοπτικά μέσα από συγκινητικές αφηγήσεις.