Οι Ερασιτεχνικοί Ραδιοφωνικοί Σταθμοί
Η έλευση του ραδιοφώνου στη ζωή των ανθρώπων εγκαινίασε μια μαγική εποχή. Ήδη, από τις αρχές του 20ου αιώνα και πριν την έναρξη της επίσημης ελληνικής ραδιοφωνίας οι παθιασμένοι λάτρεις του ραδιοφώνου κατασκεύαζαν «αυτοσχέδιους σταθμούς» σε απίθανα μέρη αποκτώντας φανατικούς ακροατές.
Στις αρχές της δεκαετίας του 60 με την εισβολή του ροκ και την απουσία τέτοιων ακουσμάτων από το επίσημο ελληνικό ραδιόφωνο ορισμένοι ανήσυχοι νέοι αναλαμβάνουν να καλύψουν αυτό το κενό. Καταλαμβάνουν ταράτσες, πλυσταριά, υπόγεια και λοιπούς ελεύθερους χώρους, ανακατεύονται με τα ηλεκτρονικά, ξεπατικώνουν σχέδια δημιουργίας ραδιοφωνικών σταθμών που βρίσκουν από τα αντίστοιχα περιοδικά της εποχής, και ορθώνουν περήφανα τις κεραίες τους. Πρόκειται για τη χρυσή εποχή των ερασιτεχνικών ραδιοφωνικών σταθμών με τους ραδιοερασιτέχνες να αποτελούν τους λαϊκούς ήρωες της γειτονιάς τους.
Στους χώρους αυτούς που έχουν χαρακτηριστεί ως «χώροι προσκυνήματος» συντελούνταν μια μυστηριακή μουσική επικοινωνία. Εκεί η «νεόφερτη» μουσική και τα νέα μουσικά πρότυπα γίνονταν ευρέως γνωστά ενώ παράλληλα εκκολάπτονταν μέσω των αφιερώσεων φλογερά φλερτ, γεννιούνταν βαθιές φιλίες αλλά και άτυποι ανταγωνισμοί μεταξύ των ραδιοερασιτεχνών για το ποιος σταθμός ακούγεται πιο μακριά ή έχει το μεγαλύτερο κοινό.
Από την άλλη, στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας, επιστρατεύονταν τα «πάντα αποτελεσματικά ραδιογωνιόμετρα» που εντόπιζαν τους ταραξίες της επιβαλλόμενης «κοινής ησυχίας» ξεκινώντας ένα αέναο κυνήγι μεταξύ των αστυνομικών και των «ραδιοφωνάκηδων» οι οποίοι μηχανεύονταν ευρηματικούς τρόπους διαφυγής. Το φαινόμενο δείχνει να γιγαντώνεται την στιγμή που κάποια ανήσυχα παιδιά δημιουργούν σταθμούς για να αμφισβητήσουν την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων προετοιμάζοντας την ανατροπή της. Είναι τα παιδιά του Πολυτεχνείου αλλά και των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων της επαρχίας που αρθρώνουν την φωνή τους περήφανα και μαχητικά δίνοντας ζωή στο μετέπειτα ερασιτεχνικό «πολιτικό ραδιόφωνο» που ανθίζει στις αρχές του 80.
Οι ερασιτεχνικοί σταθμοί υπήρξαν πολλοί και διαφορετικοί ανταποκρινόμενοι σε όλα τα γούστα: Ροκ και λαϊκοί, σοβαροί και «νταλκαδιάρικοι», με διαφημίσεις ή χωρίς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι διαμόρφωσαν συνειδήσεις και αποτέλεσαν μια βαλβίδα αποσυμπίεσης στο κοχλάζουσα νεολαιίστικη ελληνική κοινωνία. Σήμερα οι ήρωές τους παραμένουν αειθαλείς και ακμαίοι εκμυστηρευόμενοι ότι θα ήταν έτοιμοι «να αμαρτήσουν ξανά»