Το Βαριετέ / από την μάντρα του Αττίκ στο αναψυκτήριο
“Το βαριετέ: Ένα είδος ψυχαγωγίας που πάντα προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στην θεατρική παραδοξολογία και το αλλόκοτο θέαμα, ανάμεσα στην τέχνη και την αφέλεια”
Κώστας Μυλωνάς, Συνθέτης – Συγγραφέας
Κώστας Μυλωνάς, Συνθέτης – Συγγραφέας
Στις αρχές του 20ου αιώνα ένα νέο είδος θεάματος κάνει την εμφάνισή του με το φιλοθεάμον κοινό να το υποδέχεται ένθερμα και εγκάρδια.
Το βαριετέ που είλκυε την καταγωγή του από τους θιάσους της Ευρώπης προσαρμόστηκε με επιτυχία στα δεδομένα της εποχής, της ελληνικής πραγματικότητας και στην δίψα του κοινού που ελλείψει του άρτου διψούσε για θεάματα!
Από τα Παριλίσσια θέατρα ως την μάντρα του Αττίκ και από την Όαση, στο Άλσος, το Green Park και το Άκρον οι σκηνές αυτές λειτουργούσαν ως κυψέλες χαράς και πηγαίας αυθεντικής διασκέδασης. Η δομή του παρεχόμενου θεάματος στηριζόταν στην ποικιλία με βασική «πρώτη ύλη» τον χορό, το τραγούδι και την εύστοχη κοινωνική σάτιρα.
Οι τελετάρχες των βαριετέ δεν ήταν άλλοι από τους κονφερανσιέ που σαν άλλοι «θαυματοποιοί» ενορχήστρωναν ένα ετερόκλητο φαντασμαγορικό θέαμα σε μία ενιαία μαγική παρέλαση ζογκλέρ, ταχυδακτυλουργών, ηθοποιών, χορευτών και επίδοξων ταλέντων που ξεπηδούσαν από το θεατρικό σανίδι και προσέφεραν έναντι χαμηλού αντιτίμου μια φθηνή αλλά ολοκληρωμένη πρόταση ψυχαγωγίας.
Τα βαριετέ και μετέπειτα λαϊκά αναψυκτήρια όριζαν τις αισθητικές καταγραφές μιας Ελλάδας που έκλεινε το μάτι στα δεινά της, την εκδίκηση του μέσου Έλληνα που απολάμβανε τα ινδάλματα της εποχής πίνοντας την πορτοκαλάδα του με την οικογένειά του σε έναν υπαίθριο «αταξικό χώρο» πλήρως απογυμνωμένο από κάθε στολίδι της life style κουλτούρας.
Οι πόρτες τους μπορεί να σφραγίστηκαν αλλά παρέμεινε ανεξίτηλο το στίγμα της διασκέδασης μιας άλλης εποχής: Αθεράπευτα ρομαντικής, αθώας, απενοχοποιημένης και μεγαλειώδους μέσα στην απλότητά της.